Πέμπτη 16 Απριλίου 2009

ο ανάποδος άνθρωπος 6

ὕπνῳ καὶ θανάτῳ διδυμάοσιν

Ιλιάδα, Π, 672

Πίσω στο σπίτι του ο ανάποδος όρμησε με μανία πάνω στη βιβλιοθήκη του, την οποία και έριξε κάτω, μ' όλα τα βιβλία και μαζί με ένα σωρό χαρτούρες που είχε μαζέψει σε μια περασμένη εποχή. Πρόλαβε να τραβηχτεί εκπαιδευμένος καθώς ήταν και έτσι είδε το μεγαλειώδες και πανάθλιο θέαμα της πτώσης, και πρόλαβε να σκεφτεί τον άναρθρο ήχο που το έπιπλο θά κανε προσκρούωντας στο πάτωμα, κι ένιωσε σαν το Θεό του κεραυνού - του άναρθρου κεραυνού. Αμφέβαλλε αν θα ερχόταν κανείς από την πολυκατοικία να δει τι έγινε. Ζούσε στο ισόγειο. Κι όντως κανείς δεν ήρθε. Ήταν ακόμα πρωί και δεν είχε πάει στη δουλειά για δεύτερη μέρα, που σήμαινε ότι δεν είχε πια δουλειά - εκτός κι αν ο ανάποδος αναποδογύριζε τα μέσα έξω.

Αυτό με τη δουλειά καθόλου δεν τον πείραξε, μόνο που θα χρειαζόταν να τηλεφώνησει σε γνωστούς του να του βρουν κάτι, αλλά όλο αμφέβαλε για τον αν θα έπρεπε πρώτα να βάλει μια τάξη και μετά να προσπαθήσει να βάλει περισσότερη τάξη, ή αν κάποιος θα μπορούσε όντως να βάζει τάξη γενικότερα έχοντας ένα πάτωμα τόσο ακατάστατο. Γι αυτό και προτίμησε να τηλεφωνήσει στο κατάστημα με τα τατουάζ. Του άρεσε να κλείνει έγκαιρα ραντεβού για τα πιο ασήμαντα πράγματα.  Αυτό του το είχε μάθει μια πρώην φιλενάδα του, η οποία, όμως, έκλεινε ραντεβού και για τα πιο σημαντικά, αυτό όμως ήταν ένα μαθησιακό σύνορο που ο ανάποδος ποτέ δεν πέρασε.

Και παρ΄ολ΄ αυτά τα χαμένα ραντεβού, ο ανάποδος άνθρωπος είχε καταφέρει να απελαθεί από διάφορες επικράτειες ήδη χιλιάδες φορές στη ζωή του, και αυτή είναι μια από τις βασικές αιτίες για τις οποίες περπατούσε στα ταβάνια. Δεν έλειπαν, λοιπόν, από τον ανάποδο τα χαρίσματα, εκτός κι αν κανείς τον έβλεπε υπό το πρίσμα της ιστορίας, από την οποία ο ανάποδος είχε αποκομίσει ανάμικτα συναισθήματα, επειδή ακριβώς αυτή προτιμούσε τα πατώματα.

Πέρασε το υπόλοιπο της ημέρας επιβάλλοντας στα μάτια του να σκανάρουν γραπτά κείμενα ήσσοντος σημασίας, και αποκοιμήθηκε . Το άλλο πρωί ξύπνησε απ΄τον βαρύ ύπνο με το συναίσθημα ότι ό,τι κι αν ευχόταν θα γινόταν αληθινό. Σκότωμα τα πρωινά.

Τετάρτη 8 Απριλίου 2009

Τρίτη 7 Απριλίου 2009

ο ανάποδος άνθρωπος 5 - γνωριμίες

Κείνο που προέκυψε απ’ εκείνη τη σύντομη κουβέντα, ήταν ένα αμοιβαίο ενδιαφέρον.  Ο φαλακρός, με τη μύτη που προεξείχε από το προφίλ του σαν τεχνητά προσαρτημένο ορθογώνιο τρίγωνο,  και με τις μόνιμες ρυτίδες στο δέρμα γύρω από τα μάτια του, που έμοιαζαν σαν κάποιος να ‘χε καρφώσει μια πινέζα στα μιλίγκια, και αυτή να τραβά μόνιμες αυλακιές, αυτός ήταν ένας αντιπαθητικός για τον ανάποδο άνθρωπος.  Αποκρίθηκε στην κουβέντα του ανάποδου με τη φράση:

«ε βέβαια διστάζεις άνθρωπε μου, τα τατού δεν είναι εικόνες και ζωγραφιές, σφραγίδες και υπογραφές είναι, συμβόλαια»

Και γέλασε δυνατά…

Ο ανάποδος γέλασε κι αυτός, είπε ότι θα ξαναερχόταν, να το σκεφτεί πρώτα λιγάκι, και σφράγισε την υπόσχεση με ένα επιπλέον βλέμμα στον καραφλό και παίρνοντας ένα flyer του μαγαζιού. Ο μαγαζάτορας στράφηκε αμέσως πίσω στον υπολογιστή του στο βάθος, ενώ ξαφνικά για τον ανάποδο που βγήκε πάλι στη βοή, η πόλη μίκρυνε και μεγάλωσε ταυτόχρονα κι ακαριαία, κι ο ανάποδος φυσιολογικά τρόμαξε.  Έρχεται μια στιγμή, σκέφτηκε, που κάθε πόλη δείχνει το άγριο, το κακό της πρόσωπο, το μίσος της προς τους ανθρώπους, πρωτίστως τους καινουργιοφερμένους, καθώς βάζει σε μια σειρά το έργο της εκδίωξης.  Το έργο της εκδίωξης μένει για κάθε πόλη ημιτελές, εξ ου και ο μόνιμος πληθυσμός, αλλά ο ανάποδος θα 'ταν έτσι κι αλλιώς από τους πρώτους που θα διώκονταν.  Για τον καθένα, μόνο η πόλη στην οποία έχει ανατραφεί είναι ανίκανη γι΄αυτήν την κακία, μα την αναπληρώνει με ανία και με χαιρεκακία, που σπάνια, πάντως, φτάνει μέχρι την αγνή και παράλογη αντιξοότητα.   

Ο ανάποδος αποφάσισε να καμωθεί πως αποφεύγει το χειρότερο πρόσωπο του νέου γι΄αυτόν τόπου, κι οι λεωφόροι φυσιολογικά τον έσπρωξαν σε έναν παράδρομο, από τον οποίο περνούσε το λεωφορείο για το σπίτι του.  Προτού φτάσει στη στάση είχε παρακολουθήσει μια όμορφη κοπέλα να περπατα μπρος του.  Του κάνε εντύπωση πως περπατούσε όχι φουσκώνοντας το στήθος μα ρίχνοντας πίσω την πλάτη, κι ακόμα πιο πολύ το ότι η απόσταση από την κορφή του κεφαλιού ως τη μέση ήταν ακριβώς ίση με την απόσταση από τη μέση ως τα παπουτσωμένα πέλματα.  Στο λεωφορείο έκατσαν δίπλα, ή μάλλον ο ανάποδος έκατσε δίπλα της κι αυτή έδειξε αυτήν την ωραία ανοχή που απλώνεται στο χώρο σαν το άρωμα όλων των δυνατοτήτων.  Ο ανάποδος έβγαλε το βιβλίο του να διαβάσει, μα σύντομα παρατήρησε ότι η πλαϊνή ραφή στο τζιν παντελόνι-σωλήνα που φορούσε η κοπέλα είχε ξιλωθεί στο μηρό σε μήκος 5 – 10 πόντους.  Ένα άνοιγμα σε σχήμα αιδοίου σχηματιζόταν, ειδικά λόγω του ότι τα μέρη του υφάσματος δίπλα στη σχισμή που είχαν αποκαλυφθεί ήταν πιο ανοιχτόχρωμα, σα χείλια, κι ο ανάποδος δεν ξεκόλλησε τα μάτια του από πάνω του σε όλο το μήκος της διαδρομής, μέχρι τη στάση κοινό τους προορισμό.