Τετάρτη 18 Φεβρουαρίου 2009

ο ανάποδος άνθρωπος 2


Θα πρέπει να μιλήσουμε πιο συγκεκριμένα: ο ανάποδος άνθρωπος σκέφτηκε πως δεν ήξερε πια ούτε πώς να τρελαθεί, ούτε πως τρελαίνονται, και σκέφτηκε στην αρχή να το πει αυτό στο μαγαζάτορα, αλλά μετά δίστασε, γιατί συνειδητοποίησε πως αφού βρισκόταν σε μεγάλη πόλη, θα τον έπαιρναν για τρελό. Άλλοι λένε «δε περνάει ούτε μια μέρα που να μην την σκεφτώ», την τάδε. Κι ο ανάποδος άνθρωπος έψαχνε να δει ποια δε μπορούσε να ξεχάσει, και τελικά κατέληξε ότι ήταν την τρέλα – ας την ονομάσουμε έτσι, και θα δούμε.
Ο ανάποδος, δεν είναι και πολλά να πεις γι΄ αυτόν. Είχε σαγηνεύσει τον εαυτό του δυο φορές: μία, ήταν όταν ήταν νέος, και ξαπλωμένος στη λιακάδα του δωματίου του, του πρώτου δωματίου που είχε μείνει μόνος του, του δικού του κλπ κλπ Η δεύτερη φορά ήταν 5-6 ή 7-8 χρόνια αργότερα…τότε ήταν στα όρια της τρέλας, αλλά δείλιασε να τα περάσει. Και του άρεσε και εκείνη, τη δεύτερη φορά, ο εαυτός του γιατί ποτέ δε μπορεί, τώρα που μιλάμε, να παραδεχτεί ότι μόνο μια φορά του είχε αρέσει ο εαυτός του. Γι΄ αυτό άλλωστε τον λέμε και ανάποδο, επειδή κάθεται ακίνητος, ενώ ο κόσμος κάνει κωλοτούμπες…Η ακινησία ως γνωστόν σε κάνει να κρυώνεις πιο πολύ, αν έχει κρύο. Αλλά δεν είναι πιο σωστό να πούμε ότι πέφτει κρύο, μόλις ο ανάποδος μένει ακίνητος; Ο ανάποδος ριγά, και κάθεται με σταυρωμένα τα χέρια. Έχει παραλύσει. Δε μπορεί να σκεφτεί. Δε μπορεί να ξεδιαλύνει τις αναμνήσεις του, ποια ανάμνηση συνδέεται και θυμίζει ποια στιγμή. Και το να βάλει αυτός το συναίσθημα της στιγμής στην ταιριαστή ανάμνηση του φαίνεται φοβερό βάρος. Δε μπορούμε, λοιπόν, βάλουμε ούτε εμείς συναίσθημα στις αναμνήσεις του ανάποδου, θα τις έχουμε απλά μπροστά μας όπως μια οθόνη του υπολογιστή, ψυχρά, ή πιο καλά, ανάλαφρα. Αλλά για να πω την αλήθεια, ο ανάποδος άνθρωπος κρύωνε, γιατί είχε βρεθεί σε μια ψυχρή χώρα, και στις δύσκολες συνθήκες ενός μαγαζιού, από αυτά που κάνουν τατουάζ. Αυτό είχε μέσα μια γυάλινη προθήκη, ένα πάγκο, πιο σωστά, γυάλινο, στον οποίο υπήρχαν ντοσιέ με διαφάνειες με τατουάζ, σχέδια για τατουάζ. Άλλα σε φωτογραφίες πάνω σε αληθινούς ανθρώπους, και άλλα σε απλά σχέδια….(ο ανάποδος άνθρωπος είχε βγάλει από το μυαλό του μια ιστορία, που είχε δέκα-δεκαπέντε, πώς να το πούμε, επεισόδια. Αυτή ήταν και η ιστορία της ζωής του, και ήταν μια ιστορία τόσο αφρόντιστη, τόσο πρόχειρη, τόσο τιποτένια, όχι τόσο ως προς το περιεχόμενό της, αλλά ως προς τον τρόπο που ο ανάποδος την είχε φτιάξει. που προκειμένου να φαίνεται σημαντική, ο ανάποδος άνθρωπος την έβαζε να γειτονεύει με ασήμαντες ιστορίες – αν πχ διηγιόταν κανείς για το πώς του χάλασε το αμάξι, ο ανάποδος άνθρωπος θα άρχιζε να διηγείται για το πως, ας πούμε, έχασε την παρθενιά του, αν και αυτό δεν ήταν μεταξύ των επεισοδίων, αλλά δεν πειράζει. Αυτά βέβαια δεν είναι παρά ιστορίες για ιστορίες, και θα πρέπει να συνεχίσω να περιγράφω το μαγαζί και τους πελάτες, ή πιο σωστά πως ο ανάποδος άνθρωπος βρέθηκε εκεί).

ακολουθεί ιντερλούδιο, συνεχίζεται πάντως

Σάββατο 7 Φεβρουαρίου 2009

Ο ανάποδος άνθρωπος 1


Ο ανάποδος άνθρωπος δεν είχε μεγάλο καθρέφτη σπίτι του, κι έτσι είχε ξεχάσει λίγο τη μορφή του. Αυτό τον έκανε να τη σκέφτεται με μια κάποια ελευθερία, αλλά περιέργως πως, αντί να του αρέσει, όσο τη σκεφτότανε τρόμαζε (γιατί όπως είπαμε τη σκεφτότανε που και που, που σημαίνει πολύ). Η βάση για τη σκέψη του ήταν η παρατήρηση: παρατηρούσε τον εαυτό του και αναπόφευκτά παρατηρούσε την κοιλιά του, που του φαινόταν τρομακτική. Το πηγούνι του του φαινόταν τρομακτικό. Τα χέρια του, τα δάχτυλά του, κι αυτά τον τρόμαζαν. Κυρίως, όμως, τον τρόμαζε ότι μπορεί να υπήρχαν απάνω του πραγματικά τρομαχτικά σημεία που να μην τα ήξερε – παναπεί, τρομαχτικά για τους άλλους, αόρατα στον ίδιο. Λχ, ασυμμετρίες του σώματος, τόσο στον κατακόρυφο, αλλά πολύ περισσότερο στον οριζόντιο άξονα, δεξιά και αριστερή πλευρά του σώματος. Λχ, τρίχες στην πλάτη, καμπύλες στην σπονδυλική στήλη, ή ασχήμιες του προσώπου, από κείνες που έχουν οι άνθρωποι και δεν τις ξέρουν, γιατί είναι σε γκριμάτσες που σπάνια κάνουμε στον καθρέφτη. Όλ΄ αυτά όμως είναι απλά και καθημερινά, σε αντίθεση με το ασυνήθιστο γεγονός ότι o σκουπιδοτενεκές είχε γεμίσει ως απάνω – με ακαθαρισίες, λέξη που δεν ταιριάζει εδώ. Αλλά ο ανάποδος, είχε χάσει κάθε διάθεση να τον αδειάσει, κι αυτό το νιωθε σαν ένα ακόμα σημάδι ευνουχισμού, που λένε. (Κάθε στάση που έπαιρνε το σώμα του, ήταν σαν είχε μια πολύ μακριά ιστορία, μια γενεαλόγια, που ο ανάποδος την ήξερε πάρα πολύ καλά, κι ας μην είχε κανέναν να του την εξομολογηθεί, όταν η διαύγεια αυτή τον έπαιρνε σβάρνα. Δεν είχε κανέναν να την εξομολογηθεί – εννοείται πως ήθελε να την εξομολογηθεί, γιατί ήθελε πολύ να μιλήσει για τον εαυτό του, μόνο που δεν ήξερε τι να πει). Βέβαια, εσείς τον ανάποδο τον πετυχαίνετe τώρα, σε αυτή τη φάση της ζωής του, σε αυτή τη στιγμή της τροχειάς του, και μπορεί έτσι κι αλλιώς να μην τον βρίσκεται και πολύ ενδιαφέρων ή του γούστου σας, ή πολύ ζηλευτό, που κάνει το ίδιο. Αλλά ο ανάποδος έτσι που τον πετυχαίνετε, είναι ότι πρέπει για όσους τους αρέσει να πλάθουνε ένα άνθρωπο στα μέτρα τους, τον κάθε άνθρωπο, και κυρίως τον εαυτό τους. Αν είστε σε αυτήν την κατηγορία των ανθρώπων, και ως ένα βάθμο, αποκλείεται να μην είστε, από τη στιγμή που μπορείτε και διαβάζετε, έχετε βρει τον άνθρωπό σας. Σε αυτή τη φάση της ζωής του, ο ανάποδος είχε καεί, πώς να το πούμε αλλιώς; Είχε αυτοπυρποληθεί, αφού είχε πριν λουστεί με το πιο εύλεκτο από τα καύσιμα, το πιο διαβρωτικά από τα οξέα, την αμφιβολία. Για να μην τα πολυλογούμε, η μάχη που είχε άθελά του κηρύξει ενάντια σε κάθε βεβαιότητα για τον εαυτό του, είχε συμπαρασύρει μαζί της κάθε γνώση, κάθε εντύπωση, κάθε εκπαίδευση του νου και του σώματος. Αλλά αυτό που έμενε δεν ήταν γύμνια, αλλά κάτι άλλο - ας πούμε, ένα κουβάρι από κόκκαλα που πάνω τους είχαν μύες, που είχαν από πάνω τους δέρμα.
Θα πρέπει να μιλήσουμε πιο συγκεκριμένα:

(συνεχίζεται)